Θετικές εξελίξεις σημειώθηκαν στο θέμα  που προέκυψε σχετικά με την εκλογή και χειροτονία “Επισκόπου?”  με τον τίτλο Πολυανής στην σχισματική “Μακεδονική Εκκλησία των Σκοπίων”, προ ολίγων μηνών, γεγονός που προκάλεσε την έντονη αντίδραση και διαμαρτυρία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πολυανής και Κιλκισίου κ. Εμμανουήλ.
Η σχισματική ”Μακεδονική Εκκλησία” είχε προχωρήσει στην εκλογή “Επισκόπου” Πολυανής στις 29 Σεπτεμβρίου 2018, υφαρπάζοντας προκλητικά για μία ακόμη φορά τον τίτλο Πολυανής που χαρακτηρίζει αποκλειστικά την ακριτική Μητρόπολη μας Πολυανής και Κιλκισίου με έδρα το Κιλκίς.
Η χειροτονία του “Πολυανής” Ιακώβου πραγματοποιήθηκε στις 25 Νοεμβρίου 2018 από τον σχισματικό “Αρχιεπίσκοπο” Σκοπίων κ. Στέφανο και “μέλη” της Ιεράς Συνόδου της σχισματικής Εκκλησίας.
Η εξαιρετικά δυσμενής αυτή εξέλιξη, προκάλεσε την έντονη αντίδραση του Σεβασμιώτατου Μητροπολίτoυ μας κ. Εμμανουήλ, ο οποίος με επιστολή του, έκανε λόγο για αλυτρωτικές τάσεις, για διαθέσεις ύπουλες και σφετεριστικές απέναντι στην Ελλάδα, στην Μακεδονία και στην κανονική Ορθόδοξη Εκκλησία. Με επιστολή του μάλιστα ενημέρωσε τον Παναγιώτατο Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαίο και τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο και τις περί Αυτούς Ιερές Συνόδους, από τους οποίους και ζήτησε την πνευματική τους καθοδήγηση.
Υπενθυμίζουμε πως ιστορικά, η Επισκοπή Πολυανής με έδρα τη Δοϊράνη υπαγόταν στη Μητρόπολη Θεσσαλονίκης και στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Η έδρα της μεταφέρθηκε στο Κιλκίς, με την επαναχάραξη των συνόρων, μετά από τους Βαλκανικούς Πολέμους 1912-1913 κατ’ εφαρμογή των όρων της Συνθήκης του Βουκουρεστίου στις 26 Ιουλίου 1913. Άξιο αναφοράς είναι επίσης ότι τον Οκτώβριο του 1924 το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ανύψωσε την Επισκοπή Πολυανής, με Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη, εις αυτοτελή Ιερά Μητρόπολη με όρια της “την περιοχήν αποκλειστικώς της υποδιοικήσεως Κιλκίς” όπως σχετικά αναφέρει η Πατριαρχική Πράξις ενώ τον Σεπτέμβριο του 1928 παραχώρησε «επιτροπικώς» την Ιερά Μητρόπολη Πολυανής και Κιλκισίου μαζί με τις υπόλοιπες Μητροπόλεις των Νέων Χωρών στην Εκκλησία της Ελλάδος.
Με επιστολή που απέστειλε στον Σεβ. Μητροπολίτη Κιλκισίου κ. Εμμανουήλ μετά την έντονη διαμαρτυρία του, ο σχισματικός “Μητροπολίτης” Στρωμνίτσης κ. Ναούμ, κάνει γνωστό στον Ποιμενάρχη μας ότι προχώρησε στην αλλαγή του τίτλου του “Επισκόπου” Πολυανής, αφού όπως γράφει στην επιστολή του κατανόησε καλύτερα ότι ο τίτλος Πολυανής (παλιά ονομασία της Δοϊράνης που βρίσκεται στα σύνορα Ελλάδος – Σκοπίων) ανήκει αποκλειστικά στην Ιερά Μητρόπολη Πολυανής και Κιλκισίου. Στην ίδια επιστολή τονίζει ότι δεν επιθυμούν να ζημιώσουν τα δίκαια του μαρτυρικού Οικουμενικού Πατριαρχείου και δεν θέλουν να δημιουργήσουν παρερμηνείες στους αδελφούς και φίλους στην Ελλάδα, τους οποίους χαρακτηρίζει γνήσιους αδελφούς και καλούς γείτονες. Για την αλλαγή του τίτλου του βοηθού “Επισκόπου” του ο “Μητροπολίτης” Στρωμνίτσης κ. Ναούμ ενημέρωσε με επιστολή του και τον Οικουμενικού Πατριάρχη.
Άξιον αναφοράς είναι το σημείο της επιστολής του κ. Ναούμ που εκφράζει την ευχή να έρθει η πολυπόθητη ώρα να κοινωνήσουν εκ του κοινού Ποτηρίου, αφού όπως τονίζει δεν υπάρχουν θεολογικές ή κανονικές διαφορές και ιδιαίτερα τώρα μετά την ευελιξία που εξέφρασε η “Ιεραρχία της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Αχριδών” ως προς το όνομα της Εκκλησία τους.
Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει τις πληροφορίες ότι η σχισματική “μακεδονική” Εκκλησία των Σκοπίων δέχεται την αλλαγή του ονόματός της προκειμένου να ενταχθεί στην κανονικότητα πράγμα το οποίο υποδηλώνει και το λογότυπο της επιστολής.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι πουθενά στην επιστολή του ο κ. Ναούμ δε αναφέρει το Πατριαρχείο Σερβίας στο οποίο κανονικά υπάγονται, ούτε και την κανονική Ορθόδοξη Εκκλησία της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αχρίδος υπό τον Σεβασμιώτατο κ. Ιωάννη αλλά μόνο το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωσταντινουπόλεως “ενώπιον του Οποίου ησκήσαμεν από καιρού έκκλητους προσφυγάς ως τω μόνω αρμοδίω προς τούτο” όπως γράφει χαρακτηριστικά.
Τέλος η όλη έκβαση της υποθέσεως αυτής αποτελεί δικαίωση για τον Σεβ. Μητροπολίτη Πολυανής και Κιλκισίου κ. Εμμανουήλ που από την πρώτη στιγμή που ενημερώθηκε, αντέδρασε αμέσως μέσα στα κανονικά πλαίσια της εκκλησιολογικής δομής της Εκκλησίας μας υπερασπιζόμενος το ιστορικό και κανονικό δίκαιο της τοπικής Εκκλησίας.